Με τον όρο απευθείας πώληση (vente directe) εννοούμε τη διαδικασία κατά την οποία τα κτηνοτροφικά ή αγροτικά προϊόντα πωλούνται από τον παραγωγό στον καταναλωτή, στο χώρο παραγωγής, δηλ. στο στάβλο ή στο αγρόκτημα του παραγωγού. Την τελευταία δεκαετία η διαδικασία αυτή έχει νομοθετηθεί και εφαρμόζεται με μεγάλη επιτυχία στη Γαλλία. Είναι μια επιχείρηση την οποία έχει δικαίωμα να την κάνουν μόνο οι παραγωγοί ή οι ενώσεις παραγωγών. Η επιχείρηση αυτή δεν κατατάσσεται στην κατηγορία του εμπορίου και έχει ιδιαίτερα ευνοϊκή φορολογική μεταχείριση. Σήμερα στη Γαλλία, ένας στους πέντε αγρότες και κτηνοτρόφους έχουν πάρει άδεια και λειτουργούν επιχείρηση vente directe. Από αυτούς το 47% όχι μόνο κάνουν vente directe αλλά επίσης μεταποιούν τα προϊόντα τους.
Απευθείας πωλήσεις από τον παραγωγό στον καταναλωτή γινόταν πάντοτε στη Γαλλία. Όπως ακριβώς γίνονται και στη χώρα μας. Με τη θεσμοθέτηση και νομιμοποίηση αυτών των συναλλαγών, το γαλλικό κράτος αποσκοπεί σε συγκεκριμένα οφέλη: Θέλει καταρχήν να τις αφήσει να γίνονται ελεύθερα, ώστε να μπορέσουν να αυξηθούν αριθμητικά τόσο οι επιχειρήσεις vente directe όσο και οι πελάτες τους. Την ίδια στιγμή, θέλει να εξασφαλίσει το επίπεδο υγιεινής των προϊόντων. Επίσης θέλει να στηρίξει τις μικρές, οικογενειακού τύπου, γεωργικές και κτηνοτροφικές επιχειρήσεις, οι οποίες μπορούν να διαθέτουν με τον τρόπο αυτό τα προϊόντα τους, σε τιμές μεγαλύτερες από αυτές που θα τους πρόσφερε ένας έμπορος. Τέλος, η ύπαρξη ενός σημαντικού αριθμού επιχειρήσεων vente directe διατηρεί χαμηλές τις τιμές των προϊόντων μέσω του ανταγωνισμού και την αποφυγή δημιουργίας μονοπωλίων στην εμπορία τροφίμων.
Στη χώρα μας, η καθετοποίηση μιας κτηνοτροφικής επιχείρησης απαγορευόταν έως τον Ιούνιο του 2009. Δεν μπορούσε δηλαδή ένας προβατοτρόφος να φτιάχνει π.χ. γιαούρτι ή τυρί φέτα και να το διαθέτει νόμιμα προς πώληση. Τον Ιούνιο του 2009 επιτράπηκε η διαδικασία, με νομοθέτημα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης. Οι προϋποθέσεις όμως που απαιτεί ο νόμος είναι ασαφείς και υψηλού κόστους, ενώ η γραφειοκρατία για την αδειοδότηση είναι χρονοβόρα και δαιδαλώδης. Αποτέλεσμα, ο υπάρχων νόμος κάθε άλλο παρά ενθαρρύνει τέτοια εγχειρήματα.
Παρακάτω θα δούμε κάποιες πλευρές της απευθείας πώλησης, όπως ισχύουν στη Γαλλία.
Προϋποθέσεις
Η άδεια για μια τέτοια επιχείρηση δίνεται υπό τον όρο να πληρούνται οι εξής 5 προϋποθέσεις:
– Τα προς πώληση προϊόντα να προέρχονται αποκλειστικά από την παραγωγή της συγκεκριμένης αγροτοκτηνοτροφικής επιχείρησης. Ο παραγωγός δεν επιτρέπεται να πουλάει προϊόντα τα οποία έχουν παράγει άλλες επιχειρήσεις, ούτε καν γειτονικές. Η μόνη εξαίρεση η οποία επιτρέπεται είναι η πώληση προϊόντων «συνοδευτικών» του κυρίως προϊόντος, π.χ. αν κάποιος πουλάει γιαούρτι σε ατομικές συσκευασίες, μπορεί να πουλάει και πλαστικά κουταλάκια για να μπορεί ο αγοραστής να καταναλώσει το προϊόν. Τυχών κατάχρηση αυτής της εξαίρεσης θεωρείται παράνομη. Τα ποινικά δικαστήρια είναι αρμόδια να κρίνουν αν γίνεται κατάχρηση της εξαίρεσης και κάποιο προϊόν κακώς πωλείται ως «συνοδευτικό».
– Δεν επιτρέπεται να γίνεται βιομηχανική μεταποίηση των προϊόντων που παράγονται και στη συνέχεια μετά την μεταποίησή τους να πωλούνται. Επιτρέπεται κατεργασία η οποία μπορεί να γίνει από τον ίδιο τον παραγωγό. Π.χ. ένας προβατοτρόφος μπορεί να πουλάει τυρί το οποίο έχει φτιάξει ο ίδιος, δεν μπορεί όμως να κάνει μια σύμβαση με ένα τυροκομείο, το τυροκομείο να αναλάβει την παραγωγή του τυριού και στη συνέχεια το τυρί να το πουλάει «vente directe» ο παραγωγός.
– Ως πωλητές στην επιχείρηση vente directe μπορεί να δουλεύουν ο παραγωγός ή η γυναίκα του. Απαγορεύεται το ρόλο αυτό να αναλαμβάνει οποιοσδήποτε άλλος ο οποίος να δουλεύει στην επιχείρηση ως έμμισθος υπάλληλος. Αυτό δείχνει ότι η γαλλική πολιτεία θέλει να περιορίσει το δικαίωμα για vente directe στους μικρούς παραγωγούς. Αυτούς οι οποίοι ενδιαφέρονται να δουλέψουν λίγο παραπάνω μαζί με τη γυναίκα τους ώστε να πουλήσουν οι ίδιοι τα προϊόντα τους σε καλύτερες τιμές, αποφεύγοντας τον έμπορο. Η γαλλική πολιτεία δεν ενδιαφέρεται με το μέτρο αυτό να ωφεληθούν αγρότες ή κτηνοτρόφοι οι οποίοι έχουν την οικονομική δυνατότητα να μισθώνουν υπάλληλο.
– Tο μέρος όπου εκθέτονται τα προϊόντα και γίνεται η πώληση πρέπει να βρίσκεται εντός του αγροκτήματος. Δεν επιτρέπεται δημιουργία παραρτήματος-πώλησης προϊόντων εκτός του αγροκτήματος. Ανάλογα με τα προϊόντα τα οποία πωλούνται το μέρος πώλησης μπορεί να είναι ένα δωμάτιο στο οποίο να υπάρχει ψυγείο εντός του οποίου να βρίσκονται τα προϊόντα. Αυτό απαιτείται π.χ. όταν πωλείται κρέας, γάλα ή γαλακτοκομικά προϊόντα. Το ψυγείο δεν μπορεί να είναι το οικιακό ψυγείο αλλά πρέπει να είναι επαγγελματικό ψυγείο ανάλογων προδιαγραφών ψύξης με αυτές των ψυγείων των κρεοπωλείων.
– Δεν επιτρέπεται να γίνεται διαφήμιση της επιχείρησης. Επιτρέπεται να υπάρχει επιγραφή σε γειτονικό δρόμο, η οποία να φέρει την ονομασία του αγροκτήματος, την ένδειξη ότι γίνεται vente directe και να υποδεικνύει την τοποθεσία του μέρους. Επιπλέον, επιτρέπεται να κυκλοφορεί χέρι-χέρι ένα μικρό ενημερωτικό φυλλάδιο το οποίο να αναφέρει τα προϊόντα, τις τιμές τους και τις ώρες λειτουργίας της επιχείρησης.
Υγειονομικός έλεγχος
Για κάθε προϊόν που μπορεί να πωλείται vente directe, το Γαλλικό Υπουργείο Γεωργίας έχει εκδώσει ειδικό εγχειρίδιο με «αρχές καλής λειτουργίας» («guide des bonnes pratiques»), οι οποίες πρέπει να εφαρμόζονται κατά την παραγωγή, διατήρηση και πώληση του προϊόντος. Οι οδηγίες στα εγχειρίδια αυτά είναι σαφείς, συγκεκριμένες και πρακτικά εφαρμόσιμες. Επιπλέον, ειδικές υπηρεσίες του υπουργείου προσφέρουν ένα 2ήμερο έως 3ήμερο σεμινάριο εξοικείωσης των παραγωγών με την εφαρμογή των αρχών αυτών. Ο παραγωγός είναι υπεύθυνος έναντι του νόμου για την πιστή τήρηση των αρχών καλής λειτουργίας. Η υγειονομική υπηρεσία του Γαλλικού Κράτους έχει το δικαίωμα να ελέγχει την εφαρμογή των αρχών, με τρόπο ανάλογο με αυτόν για τα εμπορικά καταστήματα πώλησης τροφίμων.
Σε περίπτωση όπου η επιχείρηση vente directe διαθέτει προς πώληση ζωικά προϊόντα, είναι υποχρεωμένη να δηλωθεί στην τοπική κτηνιατρική υπηρεσία. Η κτηνιατρική υπηρεσία διενεργεί ελεγκτικούς-μικροβιολογικούς ελέγχους στην επιχείρηση, 1 έως 3 φορές κάθε χρόνο.
Πώληση κρέατος
Οι επιχειρήσεις vente directe οι οποίες διαθέτουν κρέας πρέπει να σφάζουν τα ζώα τους σε εμπορικό σφαγείο και όχι στο χώρο της εκτροφής. Μόνες εξαιρέσεις είναι μικρές εκτροφές πτηνών και κουνελιών. Τα πτηνά ή τα κουνέλια μπορεί να σφάζονται σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο εντός του αγροκτήματος. Υπάρχει ειδικό εγχειρίδιο με «αρχές καλής λειτουργίας», οι οποίες πρέπει να τηρούνται σε αυτό το χώρο σφαγής.
Κατά την πώληση του κρέατος, το κρέας πρέπει να παραδίδεται στον καταναλωτή συσκευασμένο σε ένα πακέτο. Στο πακέτο πρέπει να επικολλάται ετικέτα στην οποία να αναγράφεται η ονομασία του κομματιού κρέατος, το βάρος του, η ημερομηνία λήξης, ο συνιστάμενος τρόπος συντήρησης, το όνομα του παραγωγού, ο αριθμός της παρτίδας σφαγής και η τιμή του προϊόντος. Επιπλέον μπορεί να αναγράφονται διάφορες ειδικές οδηγίες, π.χ. τρόπος μαγειρέματος, αν κάτι τέτοιο επιθυμεί ο παραγωγός.
Φορολογικό καθεστώς
Οι επιχειρήσεις «vente directe» δεν φορολογούνται ως εμπορικές αλλά
έχουν ειδικές φορολογικές ελαφρύνσεις. Π.χ. αν ο παραγωγός έχει συνολικό ετήσιο εισόδημα το οποίο δεν ξεπερνάει τα 76.300 ευρώ, θεωρείται αφορολόγητο το 71% του εισοδήματός του και το υπόλοιπο φορολογείται με την κατώτερη φορολογική κλίμακα.
Πελάτες τέτοιων αγορών
Οι περισσότεροι πελάτες των επιχειρήσεων-vente directe είναι αστοί οι οποίοι διαμένουν σε γειτονικές περιοχές με το αγρόκτημα της επιχείρησης. Είναι συνήθως «ενεργοί πολίτες» οι οποίοι ενδιαφέρονται να αγοράσουν ποιοτικά προϊόντα στην κατά το δυνατόν φτηνότερη τιμή. Επιλέγοντας αγορά από vente directe θέλουν να αποφύγουν να πληρώσουν την επιβάρυνση την οποία θα επιφέρει στην τιμή του προϊόντος, το κέρδος του έμπορα-μεσάζοντα. Να σημειωθεί ότι οι τιμές στις οποίες διατίθενται τα προϊόντα στις επιχειρήσεις-vente directe, είναι κατά κανόνα κατώτερες των τιμών σούπερ μάρκετ.
Τα τελευταία χρόνια στη Γαλλία, έχει διαμορφωθεί μια τάση-κίνημα πολιτών οι οποίοι, μεταξύ άλλων, κατευθύνουν τις αγορές τους με γνώμονα την αποφυγή των μεσαζόντων. Το κίνημα αυτό εμφανίζεται συνεχώς αυξανόμενο, δείχνει προς συγκεκριμένο-συνειδητοποιημένο τρόπο ζωής και αποκαλείται «décroissance» (η λέξη décroissance σημαίνει ύφεση και αναφέρεται και στην περίοδο ύφεσης της οικονομίας). Οι «οπαδοί» αυτού του κινήματος υποστηρίζουν τις επιχειρήσεις-vente directe.