Home » Απόψεις » Η χαμένη γνώση!

Η χαμένη γνώση!

Share Button

 

KN-photo1

του Γιώργου Χριστοδουλόπουλου

Έως και τη δεκαετία του ’80, στα αμφιθέατρα των γεωπονικών σχολών, όπως και στης μίας τότε κτηνιατρικής σχολής, οι φοιτητές άκουγαν για τις περιορισμένες δυνατότητες της ελληνικής πρωτογενούς παραγωγής. Ο μικρός γεωργικός κλήρος, ο περιορισμένος αριθμός ζώων στις κτηνοτροφικές επιχειρήσεις, ο μεγάλος ορεινός όγκος της χώρας και η μακρά θερινή περίοδος ανομβρίας ήταν οι κύριοι λόγοι της φτώχειας. Οι καθηγητές υπεδείκνυαν τις πρακτικές που ακολουθούσε στη γεωργία και την κτηνοτροφία η Γαλλία, κυρίως, ως λύση για βελτίωση των χαμηλών ελληνικών αποδόσεων.

Τα χρόνια που ακολούθησαν μπορεί να κατέρρευσε η ελληνική πρωτογενής παραγωγή, γεννήθηκε όμως ένας αστικός μύθος! H Ελλάδα είναι πλούσια χώρα, μπορεί να παράγει τα πάντα! Ειδήμονες πάσης φύσεως, αλλά κυρίως τηλεοπτικής, και πολιτικοί όλων των κομματικών αποχρώσεων το επαναλάμβαναν ομόφωνα και συνεχώς. Η αλήθεια για τις γεωργοκτηνοτροφικές δυνατότητες της χώρας πέρασε στη σφαίρα της χαμένης γνώσης.

Η χώρα διαθέτει, βέβαια, ενδιαφέρουσα πρωτογενή παραγωγή, ωστόσο, δεν καταφέρνει να καλύπτει μόνη τις ανάγκες της, ακόμα και σε βασικά αγαθά. Το 2017, όγδοη χρονιά οικονομικής κρίσης, η Ελλάδα διέθεσε περισσότερα από 50 δισ. ευρώ για εισαγωγές προϊόντων και παρουσίασε έλλειμμα εμπορικού ισοζυγίου πάνω από 21 δισ. ευρώ. Μόνο για εισαγωγές κρέατος, κυρίως χοιρινού και βόειου, πληρώσαμε 899 εκατ. ευρώ. Επιπλέον, το μεγαλύτερο μέρος της εντατικής παραγωγής μας εξαρτάται από εισαγωγές υλικών αγροτικής τεχνολογίας , σπόρων και ζώων γεννητόρων.

Υπάρχει ασφαλώς η δυνατότητα να αυξήσουμε την παραγωγή μας, αυτό όμως μπορεί να επιτευχθεί με δυσκολία και σε βαθμό όχι πάντα ικανοποιητικό. Μια περιήγηση στα απέραντα λιβάδια και τους ατελείωτους σιτοβολώνες της Γαλλίας και της Ισπανίας δίνει το μέτρο για το πώς είναι μια πλούσια γεωργοκτηνοτροφική γη. Και δυστυχώς η Ελλάδα δεν είναι. Η πραγματικότητα είναι ότι το κόστος παραγωγής της ελληνικής αγροτικής οικονομίας παραμένει υψηλό — τόσο υψηλό που σε πολλές περιπτώσεις τα παραγόμενα προϊόντα στοιχίζουν λιγότερο αν τα εισαγάγουμε. Κι όμως, το κράτος δεν εκπόνησε ποτέ ένα σχέδιο για το τι θα έπρεπε να γίνει στον αγροτικό τομέα της χώρας.

Γύρω στο 1990 η βόρεια Ευρώπη αισθάνθηκε τον κίνδυνο που διέτρεχαν τα γεωργικά της προϊόντα λόγω της, επερχόμενης τότε, παγκοσμιοποίησης των αγορών. Κράτη όπως η Γαλλία, το πάλαι ποτέ πρότυπό μας, άρχισαν να ανησυχούν και να αναδιαρθρώνουν την παραγωγή τους. Στην Ελλάδα, αντίθετα, τότε ουσιαστικά εγκαταλείφθηκε κάθε εθνική προσπάθεια για ανταγωνιστική γεωργική παραγωγή. Το κράτος περιορίστηκε να μοιράζει τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις, δημιουργώντας έτσι μη βιώσιμες αγροτικές επιχειρήσεις. Μάλιστα, επικράτησε η φενάκη ότι δεν χρειαζόμαστε εθνική παραγωγή, αφού μπορούμε να εισάγουμε τα πάντα. Όταν ο Θεός θέλει το μυρμήγκι να χαθεί, του δίνει φτερά να πετάξει!

Χρειάστηκε η οικονομική κρίση του 2009, για να αρχίσει η ελληνική κοινή γνώμη να συνειδητοποιεί ότι η εθνική παραγωγή είναι ένα από τα βασικά θεμέλια της εθνικής ανεξαρτησίας. Αλλά τότε οι δήθεν σώφρονες είχαν να επιδείξουν την απουσία επάρκειας εθνικών πόρων και να απειλούν. Αν δεν υποταχθούμε, θα πεινάσουμε, είπαν! Η συνέχεια είναι η σημερινή πραγματικότητα.

Για όσους θέλουν να ελπίζουν ότι αυτή η χώρα μπορεί να έχει αύριο, ένα εθνικό σχέδιο αγροτικής πολιτικής πρέπει να είναι επιτακτικό. Είναι απαραίτητο να στηριχθεί στις πραγματικές δυνατότητες της χώρας και να μην καλλιεργεί αυταπάτες. Η Ελλάδα έχει περιορισμένες δυνατότητες στον αγροτικό τομέα, αλλά οι αγρότες μας φυλάνε Θερμοπύλες, είναι οι σύγχρονοι ακρίτες του ελληνισμού!

Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα ΕΘΝΟΣ στις 8 Δεκεμβρίου 2018

Share Button

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

fourteen − four =